
Μοναδικός, ιδιοφυής και αεικίνητος: Η ζωή του Μάνου Χατζηδάκι
Από τα τέσσερα του χρόνια ο Χατζηδάκις ξεκίνησε μαθήματα πιάνου, βιολί και ακορντεόν - και κάπως έτσι η γνωριμία με τη μουσική, την παντοτινή σύντροφό του στη ζωή, είχε μόλις αρχίσει.
Το σπίτι του Μάνου Χατζιδάκι στην οδό Κωνσταντίνου Μάνου 3 στο Παγκράτι όπου ο μουσικοσυνθέτης έζησε την πρώτη δημιουργική περίοδο της ζωής του, από το 1936 έως το 1962 © Wikipedia
Την ίδια περίοδο συνδέθηκε με άλλους καλλιτέχνες και διανοούμενους, ηλικιακά μεγαλύτερους από αυτόν, μεταξύ των οποίων ήταν οι ποιητές Νίκος Γκάτσος, Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης, Άγγελος Σικελιανός και ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης.
Η πρώτη του εμφάνιση ως συνθέτης γίνεται το 1944, σε ηλικία 19 ετών, με την κωμωδία «Ο Τελευταίος Ασπροκόρακας» του Αλέξη Σολωμού στο νεοσύστατο τότε Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν. Στη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης, ο Χατζιδάκις παρακολούθησε και μαθήματα υποκριτικής, αν και
τελικά ο ίδιος ο Κάρολος Κουν τον προέτρεψε να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη μουσική. Η συνεργασία του με το Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν» αποδείχθηκε ιδιαίτερα παραγωγική και διήρκεσε περίπου δεκαπέντε χρόνια.
Μετά τη διάλεξη, ακολούθησε συναυλία με τον Μάρκο Βαμβακάρη και τη Σωτηρία Μπέλλου. Η διάλεξη είχε ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων στη συντηρητική ελληνική αστική κοινωνία.
Μερικές από τις τραγωδίες και κωμωδίες για τις οποίες έγραψε μουσική είναι η «Μήδεια» (1956), ο «Κύκλωψ» (1959), οι «Βάκχες» (1962), οι «Εκκλησιάζουσες» (1956), η «Λυσιστράτη» (1957) και οι «Όρνιθες» (1959).
Συνέδεσε το όνομά του με τη «χρυσή εποχή» του ελληνικού σινεμά
Το 1959, πήρε το πρώτο βραβείο στο Α΄ Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού του Ε.Ι.Ρ. για το τραγούδι «Κάπου υπάρχει η αγάπη μου», το οποίο ερμήνευσε η Νάνα Μούσχουρη.
Ωστόσο, η μουσική του για τον ελληνικό κινηματογράφο και μια σειρά ελαφρών τραγουδιών τού χάρισε μια ευρεία δημοσιότητα, μια «λαϊκότητα ανεπιθύμητη», την οποία ο ίδιος δεν αποδέχτηκε ποτέ.
Ωστόσο, η κίνηση αυτή μάλλον είχε το αντίθετο από το επιθυμητό αποτέλεσμα, καθώς έτσι έγινε διάσημος παγκοσμίως - με τον ίδιο τον Χατζιδάκι να εξακολουθεί να παλεύει να αποφύγει τη δημοσιότητα, θεωρώντας ότι του στερούσε τη δυνατότητα να διαμορφώσει ο ίδιος τη σχέση του με το ακροατήριό του.
Η καριέρα στο εξωτερικό
Την ίδια περίοδο, άρχισε και η συνεργασία του με τον Μωρίς Μπεζάρ. Οι «Όρνιθες» ανεβαίνουν από τα Μπαλέτα του 20ού Αιώνα στις Βρυξέλλες.
Το 1966, ο Μάνος Χατζιδάκις πηγαίνει στις ΗΠΑ, όπου ανεβάζει στο Μπρόντγουεϊ με τον Ζιλ Ντασέν και τη Μελίνα Μερκούρη τη διασκευή σε μιούζικαλ του «Ποτέ την Κυριακή» με τον τίτλο «Illya Darling».
Τo 1972, τον πιο σκοτεινό χρόνο της χούντας, επιστρέφει στην Αθήνα και ιδρύει το μουσικό καφεθέατρο «Πολύτροπο», μέσα από το οποίο επιχειρεί να ανοίξει εκφραστικές διόδους στο μουσικό τέλμα της εποχής.
Το διάστημα 1975-1982 συμπίπτει με αυτό που ο Χατζιδάκις σκωπτικά αποκαλούσε «υπαλληλική περίοδο» της ζωής του. Η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή τον διόρισε διευθυντή της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, διευθυντή του κρατικού ραδιοσταθμού «Τρίτο Πρόγραμμα» και αναπληρωτή γενικό διευθυντή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
Για τέσσερα καλοκαίρια (1978-1981) ο Μάνος Χατζιδάκις καθιέρωσε τις «Μουσικές Γιορτές» στα Ανώγεια, μια συνεργασία του Τρίτου με τον Δήμο Ανωγείων και τη Μουσική Ακαδημία Κρήτης. Στις Μουσικές Γιορτές γίνονταν διαγωνισμοί λύρας, τραγουδιού και χορού, προβολές ταινιών και συναυλίες. Τον Αύγουστο του 1979 διοργανώθηκε στα Ανώγεια το συνέδριο «Συνάντηση και διάλογος για τη σημασία μιας λαϊκής παράδοσης στον καιρό μας» στο οποίο συμμετείχαν διανοούμενοι, καλλιτέχνες, ακαδημαϊκοί και δημοσιογράφοι.
Το 1985 ο Χατζιδάκις εξέδωσε το πολιτιστικό περιοδικό «Το Τέταρτο» (1985-1986), το οποίο κατέγραφε τα καλλιτεχνικά και κοινωνικά δρώμενα, συχνά μέσα από τις πολιτικές τους διαστάσεις. Κράτησε τη διεύθυνση για τα πρώτα 11 τεύχη και αποχώρησε. Την ίδια χρονιά, δημιούργησε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία «Σείριος» με σκοπό την ανάδειξη καλλιτεχνών και μουσικών δημιουργιών επί τη βάσει μη εμπορικών κριτηρίων. Παράλληλα παρουσίασε επιλεγμένα μουσικά έργα και καλλιτέχνες στην μπουάτ «Σείριος» (Ζουμ) της Πλάκας.
Η έντονη ενασχόληση του Χατζιδάκι με τα κοινά κατά την περίοδο αυτή αποτυπώνεται σε σημαντικό τμήμα του έργου του. Χαρακτηριστικά έργα της περιόδου είναι «Η εποχή της Μελισσάνθης» (1980), έργο αυτοβιογραφικό αλλά και βαθιά πολιτικό για το τέλος της Κατοχής, την Απελευθέρωση και το προανάκρουσμα του Εμφυλίου, οι κύκλοι τραγουδιών «Τα παράλογα» (1978), η άτυχη μουσική παράσταση «Πορνογραφία» (1982), σε δική του σκηνοθεσία, «Οι μπαλάντες της οδού Αθηνάς» (1983), η «Σκοτεινή μητέρα» (1986) και «Τα τραγούδια της αμαρτίας» (1996) τα οποία κυκλοφόρησαν σε δίσκο δύο χρόνια μετά το θάνατό του.
Όταν συμπληρώθηκαν τα 20 χρόνια από τον θάνατο του Μάνου Χατζηδάκι, η ομογενειακή εφημερίδα Νέος Κόσμος δημοσίευσε ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον κείμενο του Μάνου Χατζιδάκι με τίτλο «Βιογραφικό σε πρώτο προσωπικό» που το έγραψε το 1980 στη Μελβούρνη.
Η μητέρα μου ήταν από την Αδριανούπολη και ο πατέρας μου απ’ την Κρήτη. Με φέραν το ‘31 στην Αθήνα απ’ όπου έλαβα την Αττική παιδεία – όταν ακόμη υπήρχε στον τόπο μας και Αττική και Παιδεία.Ταξίδεψα πολύ. Κ’ αυτό με βοήθησε ν’ αντιληφθώ πώς η βλακεία δεν ήταν μόνο προϊόν του τόπου μας αποκλειστικό, όπως περήφανα αποδεικνύουν συνεχώς οι Έλληνες σωβινιστές και οι ντόπιοι εθνικιστές. Έτσι ενισχύθηκε η έμφυτη ελληνικότητά μου και μίκραινε κατά πολύ ο ενθουσιασμός μου για τους αλλοδαπούς.Εξόφλησα τα χρέη μου το ‘72 κι’ επέστρεψα στην Αθήνα, για να κατασκευάσω το καφενείο με το όνομα «Πολύτροπο». Ήρθε όμως ο τυφώνας που ονομάστηκε «Μεταπολίτευση» με τις σειρήνες των γηπέδων και των σφαιριστηρίων και τους χιλιάδες εκ των υστέρων αντιστασιακούς, που αγανακτισμένοι τραγουδούσαν τραγούδια ενάντια στη Δικτατορία, και που με αναγκάσανε να κλείσω το «Πολύτροπο», μ’ ένα παθητικό περίπου πάλι των τρισήμιση εκατομμυρίων. Μοιραίος αριθμός.Α δ ι α φ ο ρ ώ για την δόξα. Με φυλακίζει στα όρια που εκείνη καθορίζει κι’ όχι εγώ.Π ε ρ ι φ ρ ο ν ώ αυτούς που δεν στοχεύουν στην αναθεώρηση και στην πνευματική νεότητα,την σκοτεινή και ύποπτη δημοσιογραφίαAυτό το ρεσιτάλ είναι αποτέλεσμα πολύχρονης συνειδητής προσπάθειας και μελέτη «υψηλού πάθους». Γι’ αυτό και το αφιερώνω στους φίλους μου. https://thracenews.gr/mano-chatzidakis-efyge-san-simera-prin-apo-30-chronia/